Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

Η πιο εύκολη αμαρτία (Αββάς Δωρόθεος)

Ξέρεις πόσο μεγάλη αμαρτία είναι να κρίνεις τον πλησίον; Πραγματικά, τί μπορεί να είναι βαρύτερο απ’ αυτό; Τί άλλο μισεί τόσο πολύ και αποστρέφεται ο Θεός σαν την κατάκριση; Όπως ακριβώς είπαν οι Πατέρες, δεν υπάρχει χειρότερο πράγμα απ’ αυτήν. 

Και όμως λένε ότι από αυτά τα μικροπράγματα φτάνει κανείς σ’ αυτό το τόσο μεγάλο κακό. Από το να δεχτεί μιά μικρή υποψία για τον πλησίον, από το να λέει: «Τί σημασία έχει αν ακούσω τι λέει αυτός ο αδελφός; Τί σημασία έχει αν πω και εγώ αυτόν τον λόγο; Τί σημασία έχει αν δω που πάει αυτός ο αδελφός ή τι πάει να κάνει αυτός ο ξένος»; Αρχίζει… ο νους να αφήνει τις δικές του αμαρτίες και ν’ απασχολείται με τη ζωή του πλησίον. Από εκεί φτάνει κανείς στην κατάκριση, στην καταλαλιά, στην εξουθένωση. Από εκεί πέφτει σ’ όσα κατακρίνει. Επειδή δεν φροντίζει για τις δικές του κακίες, επειδή δεν κλαίει, όπως είπαν οι Πατέρες, τον πεθαμένο εαυτόν του, δεν μπορεί σε τίποτα απολύτως να διορθώσει τον εαυτόν του, αλλά πάντοτε απασχολείται με τον πλησίον. Και τίποτα δεν παροργίζει τόσο το Θεό, τίποτα δεν ξεγυμνώνει τόσο τον άνθρωπο και δεν τον οδηγεί στην εγκατάλειψη, όσο η καταλαλιά, η κατάκριση και η εξουθένωση του πλησίον.  

Γιατί άλλο πράγμα είναι η καταλαλιά και άλλο η κατάκριση και άλλο η εξουθένωση. 

• Καταλαλιά είναι το να διαδίδεις με λόγια τις αμαρτίες και τα σφάλματα του πλησίον π.χ. ο τάδε είπε ψέματα, οργίστηκε ή πόρνευσε ή κάτι τέτοιο έκαμε. Λέγοντας όλα αυτά, ήδη κανείς «καταλαλεί», δηλαδή, μιλάει με εμπάθεια εναντίον κάποιου, συζητάει με εμπάθεια για το αμάρτημά του.  

• Κατάκριση είναι το να κατηγορήσει κανείς τον ίδιο τον άνθρωπο, λέγοντας ότι αυτός είναι ψεύτης, είναι οργίλος, είναι πόρνος. Γιατί έτσι κατέκρινε την ίδια τη διάθεση της ψυχής του και έβγαλε συμπέρασμα για όλη τη ζωή του, λέγοντας ότι είναι τέτοια η ζωή του, τέτοιος είναι αυτός και σαν τέτοιο τον κατέκρινε. Και αυτό είναι πολύ μεγάλη αμαρτία. Γιατί είναι άλλο να πει κανείς ότι κάποιος οργίστηκε και άλλο να πει ότι κάποιος είναι οργίλος και να βγάλει συμπέρασμα, όπως είπα, για όλη του τη ζωή. Και τόσο πιο βαριά από κάθε άλλη αμαρτία είναι η κατάκριση, ώστε και ο ίδιος ο Χριστός να φτάσει να πει: «Υποκριτή, βγάλε πρώτα από το μάτι σου το δοκάρι, και τότε κοίταξε να βγάλεις την αγκίδα από το μάτι του αδελφού σου» (Λουκ. 6, 42). Και παρομοίασε τη μεν αμαρτία του πλησίον με αγκίδα, τη δε κατάκριση με δοκάρι. Τόσο πολύ βαριά είναι η κατάκριση που ξεπερνάει σχεδόν κάθε άλλη αμαρτία… 

Γιατί να μην κατακρίνουμε καλύτερα τους εαυτούς μας και τα ελαττώματά μας, που τα ξέρουμε πολύ καλά και που γι’ αυτά θα δώσουμε λόγο στο Θεό; Γιατί αρπάζουμε την κρίση από το Θεό; Τί ζητάμε από το πλάσμα Του;…Γιατί θέλουμε να πάρουμε επάνω μας τα βάρη των άλλων; Εμείς έχουμε τι να φροντίσουμε, αδελφοί μου. Καθένας ας έχει το νου του στον εαυτόν του και στις αμαρτίες του. Μόνο ο Θεός μπορεί είτε να δικαιώσει είτε να κατακρίνει τον καθένα, γιατί Αυτός μόνο ξέρει του καθενός την κατάσταση και τη δύναμη και το περιβάλλον και τα χαρίσματα και την ιδιοσυγκρασία και τις ιδιαίτερες ικανότητές του και κρίνει σύμφωνα μ’ όλα αυτά, όπως Αυτός μόνον γνωρίζει. Διαφορετικά, βέβαια, κρίνει ο Θεός τα έργα του επισκόπου και διαφορετικά του άρχοντα, αλλιώς του ηγουμένου και αλλιώς του υποτακτικού, αλλιώς του νέου και αλλιώς του γέρου, αλλιώς του αρρώστου και αλλιώς του γερού. Και ποιός μπορεί να κρίνει σύμφωνα μ’ αυτές τις προϋποθέσεις παρά μόνον Αυτός που δημιούργησε τα πάντα, Αυτός που έπλασε τα πάντα και γνωρίζει τα πάντα;… 

 Τίποτα απολύτως δεν μπορεί να ξέρει ο άνθρωπος από τις βουλές του Θεού. Μόνον Αυτός είναι Εκείνος που καταλαβαίνει τα πάντα και είναι σε θέση να κρίνει τον καθένα, όπως μόνος αυτός γνωρίζει.
 

Πραγματικά, συμβαίνει να κάνει κάποιος αδελφός μερικά πράγματα με απλότητα. Αυτή όμως η απλότητα ευαρεστεί στο Θεό περισσότερο από ολόκληρη τη δική σου ζωή. Και συ κάθεσαι και τον κατακρίνεις και κολάζεις τη ψυχή σου; Και αν κάποτε υποκύψει στην αμαρτία, πώς μπορείς να ξέρεις πόσο αγωνίστηκε και πόσο αίμα έσταξε, πριν κάνει το κακό, ώστε να φτάνει να μοιάζει η αμαρτία του σχεδόν σαν αρετή στα μάτια του Θεού; Γιατί ο Θεός βλέπει τον κόπο του και τη θλίψη που δοκίμασε, όπως είπα, πριν να κάνει το κακό, και τον ελεεί και τον συγχωρεί. Και ο μεν Θεός τον ελεεί, εσύ δε τον κατακρίνεις, και χάνεις τη ψυχή σου; Πού ξέρεις ακόμα και πόσα δάκρυα έχυσε γι’ αυτό, ενώπιον του Θεού; Και συ μεν έμαθες την αμαρτία, δεν ξέρεις όμως τη μετάνοια. Μερικές φορές μάλιστα δεν κατακρίνουμε μόνο, αλλά και εξουθενώνουμε.

• Εξουθένωση είναι όταν, όχι μόνον κατακρίνει κανείς κάποιον, αλλά και τον εκμηδενίζει, σαν να τον αποστρέφεται και τον σιχαίνεται σαν κάτι αηδιαστικό. Αυτό είναι ακόμα χειρότερο καο πολύ πιο καταστρεπτικό από την κατάκριση. 

 Όσοι όμως θέλουν να σωθούν δεν προσέχουν καθόλου τα ελαττώματα του πλησίον, αλλά προσέχουν πάντοτε τις δικές τους αδυναμίες και έτσι προκόβουν. Σαν εκείνον που είδε τον αδελφό του να αμαρτάνει και στενάζοντας βαθιά είπε: «Αλλοίμονό μου, γιατί σήμερα πέφτει αυτός, οπωσδήποτε αύριο θα πέσω εγώ». Βλέπεις με ποιό τρόπο επιδιώκει τη σωτηρία του, πως προετοιμάζει τη ψυχή του; Πως κατάφερε να ξεφύγει αμέσως από την κατάκριση του αδελφού του; Γιατί λέγοντας ότι: «Οπωσδήποτε θα αμαρτήσω και εγώ αύριο» έδωσε την ευκαιρία στον εαυτόν του ν’ ανησυχήσει και να φροντίσει για τις αμαρτίες που επρόκειτο δήθεν να κάνει. Και μ’ αυτό τον τρόπο ξέφυγε την κατάκριση του πλησίον. Και δεν αρκέστηκε μέχρις εδώ, αλλά κατέβασε τον εαυτόν του χαμηλότερα απ’ αυτόν που αμάρτησε λέγοντας: «Και αυτός μεν μετανοεί για την αμαρτία του, εγώ όμως δεν είναι σίγουρο ότι θα μετανοήσω, δεν είναι σίγουρο ότι θα τα καταφέρω, δεν είναι σίγουρο ότι θα έχω τη δύναμη να μετανοήσω». 

Βλέπεις το φωτισμό της θείας αυτής ψυχής; Γιατί όχι μόνον κατάφερε να ξεφύγει από την κατάκριση του πλησίον, αλλά έβαλε τον εαυτό της πιο κάτω απ’ αυτόν. 

Και εμείς οι άθλιοι, εντελώς αδιάκριτα, κατακρίνουμε, αποστρεφόμαστε, εξευτελίζουμε, αν δούμε ή αν ακούσουμε ή αν υποψιαστούμε κάτι. Και το χειρότερο είναι ότι δεν σταματάμε μέχρι τη ζημιά που κάνουμε στον εαυτό μας, αλλά συναντάμε και άλλον αδελφό και αμέσως του λέμε: « Αυτό και αυτό έγινε». Και του κάνουμε κακό βάζοντας στην καρδιά του αμαρτίες… Αλλά ενώ κάνουμε διαβολικό έργο δεν ανησυχούμε κιόλας. Γιατί, τί άλλο έχει να κάνει ο διάβολος από το να ταράζει και να βλάπτει; Και γινόμαστε συνεργάτες των δαιμόνων και για τη δική μας καταστροφή και για του πλησίον… 

Από ποιό άλλο λόγο τα παθαίνουμε αυτά, παρά από το ότι δεν έχουμε αγάπη; Γιατί αν είχαμε αγάπη και συμπαθούσαμε και πονούσαμε τον πλησίον μας, δεν θα είχαμε το νου μας στα ελαττώματα του πλησίον…Αν είχαμε αγάπη, η ίδια η αγάπη θα σκέπαζε κάθε σφάλμα, όπως ακριβώς έκαναν οι άγιοι, όταν έβλεπαν τα ελαττώματα των ανθρώπων. Γιατί μήπως είναι τυφλοί οι άγιοι και δεν βλέπουν τα αμαρτήματα; Και ποιός μισεί τόσο πολύ την αμαρτία όσο οι άγιοι; Και όμως δεν μισούν εκείνον που αμαρτάνει, ούτε τον κατακρίνουν, ούτε τον αποστρέφονται, αλλά υποφέρουν μαζί του, τον συμβουλεύουν, τον παρηγορούν, τον γιατρεύουν σαν άρρωστο μέλος του σώματός τους. Κάνουν τα πάντα για να τον σώσουν…Με την μακροθυμία και την αγάπη τραβούν τον αδελφό και δεν τον απωθούν, ούτε τον σιχαίνονται…

Ας αποκτήσουμε λοιπόν και εμείς αγάπη, ας αποκτήσουμε ευσπλαχνία για τον πλησίον. Και έτσι θ’ αποφεύγουμε να καταλαλούμε, να κατακρίνουμε, να εξουδενώνουμε τους άλλους. Ας βοηθήσουμε ο ένας τον άλλον σαν να είμαστε μέλη του ίδιου σώματος… 

Ο Θεός ας μας αξιώσει να προσέχουμε όσα μας συμφέρουν πνευματικά και να τα εφαρμόζουμε. Γιατί όσο φροντίζουμε και ενδιαφερόμαστε να εφαρμόζουμε όσα ακούμε, τόσο περισσότερο μας φωτίζει ο Θεός πάντοτε και μας διδάσκει το θέλημά Του.
  
(Αββά Δωροθέου, Έργα Ασκητικά, Εκδόσεις «Ετοιμασία», Ι. Μ. Αγίου Ιωάννου Προδρόμου Καρέα, Αθήναι 1981, Στ΄ Διδασκαλία (αποσπάσματα) σ. 187- 203).


http://agiosmgefiras.blogspot.gr

“Οι τσέπες σας πρέπει να είναι ανοιχτές…” (Γέροντας Παΐσιος )

elder paisios 12
Όταν καλοπερνάς στη γη, κάτι δεν πάει καλά με τον εαυτό σου
Παρά τα φαινόμενα και την αναξιότητα των μοναχών και κληρικών, η Εκκλησία είναι ακένωτη πηγή θαυμάτων. Παίρνει νερό και το κάνει Αγιασμό· παίρνει ψωμί και κρασί και το κάνει Θεία Ευχαριστία· παίρνει τον άνθρωπο χώμα και τον κάνει Θεό! Αλλά τα θαύματα πολλοί δεν τα βλέπουν. Γιατί, αν τα έβλεπαν, δεν θα περιφρονούσαν ή μισούσαν την Εκκλησία του Χριστού, αλλά θα την αγαπούσαν, θα την τιμούσαν και δεν θα μιλούσαν γι’ αυτή με περιφρόνηση, όπως μιλούν.
Ο χριστιανός έχει προορισμό να σηκώνει βαρύ σταυρό στη ζωή του. Είναι δύσκολο πράγμα να λες ότι πιστεύεις στον Κύριο και καλοπερνάς σ’ αυτήν εδώ τη ζωή. Γιατί, όταν καλοπερνάς στη γη, κάτι δεν πάει καλά με τον εαυτό σου, ενδιαφέρεσαι για το χρυσάφι της γης και όχι για τους θησαυρούς του ουρανού. Αλλά όταν σκέφτεσαι έτσι, βρίσκεσαι μακριά από το θέλημα του Θεού. Χριστιανική ζωή και καλοπέραση δεν πηγαίνουν μαζί, είναι διαφορετικά πράγματα
Κάποτε ήλθε εδώ ένας πολύ γνωστός γιατρός για να μιλήσουμε. Ήταν και η γυναίκα του γιατρός, θρησκευόμενοι άνθρωποι και οι δύο. Παραπονιόταν ότι τα παιδιά του ζούσαν κοσμική ζωή και όχι μόνο δεν τηρούσαν τις εκκλησιαστικές παραδόσεις της οικογένειας τους, αλλά και τις ειρωνεύονταν.
Χαρακτήριζαν τους χριστιανούς καθυστερημένους, βολεμένους, ανειλικρινείς, υποκριτές και θεομπαίχτες, επειδή η ζωή τους -έλεγαν- δεν συμβαδίζει με τα λόγια τους και τα έργα τους δεν είναι χριστιανικά.
Ακόμη και στο ευχέλαιο, που οι γονείς κάνουν μία φορά το χρόνο στο σπίτι τους και τα παιδιά, όσο ήταν μικρά συμμετείχαν, τώρα αντιδρούν και δεν παρευρίσκονται.
Ο γιατρός έδειχνε πολύ κουρασμένος και απελπισμένος για την πνευματική αδράνεια των παιδιών του. Και νόμιζε ότι όλες οι προσπάθειες, οι δικές του και της γυναίκας του πήγαν χαμένες, δεν έπιασαν τόπο, δεν άγγιξαν τα παιδιά.
Σε κάποια στιγμή ο γιατρός, βάζοντας το κεφάλι μέσα στις δυό του παλάμες, σαν να ήθελε να καλύψει το πρόσωπό του από ντροπή, μου είπε: Φοβάμαι πως το πολύ χρήμα μας έχει κάνει ζημιά.
Τον ρώτησα να μου πει, τί εννοούσε και εκείνος με απόλυτη ειλικρίνεια παραδέχτηκε ότι είχαν ξεφύγει από το μέτρο κι είχαν αποκτήσει περιουσιακά στοιχεία απολύτως μη αναγκαία. Έχουμε τρία μεγάλα σπίτια, μου είπε. Ένα για μας και από ένα για το κάθε παιδί. Επίσης, δυό εξοχικά, τέσσερα ακριβά αυτοκίνητα, ένα σκάφος, καταθέσεις, πολλά υλικά.
Και συνέχισε: τα παιδιά κακόμαθαν και τώρα μας κατηγορούν ότι προκαλούμε. Επίσης, μας λένε ότι έχουμε παντρέψει πολύ όμορφα τον πλούτο και τον Χριστιανισμό. Και με παρακάλεσε να του πω τί πρέπει να κάνει για να βρουν πάλι την ειρήνη και την ενότητα στην οικογένεια τους.
Του είπα να τα δώσουν όλα στους φτωχούς και να κρατήσουν μόνο ένα σπίτι, ένα εξοχικό και τους μισθούς τους. Τρόμαξε, άλλαξε χρώμα, φοβήθηκε, απογοητεύθηκε από την απάντηση που του έδωσα.
Έφυγε και δεν ξαναήλθε. Είχε δεθεί με τα εδώ, όχι τα Άνω. Γι’ αυτό και τα παιδιά του αναζήτησαν άλλο τρόπο ζωής, διαφορετικό από αυτόν που οι γονείς τους είχαν προτείνει.
Όταν ακούω ότι υπάρχει μεγάλη φτώχεια, ανέχεια, πονάω πολύ και δεν μπορώ να προσευχηθώ.
Δεν λέω, όταν έχεις δυό χιτώνες να δώσεις τον ένα. Αυτό είναι ασυνήθιστο και δύσκολο για τους πολλούς. Αλλά, αν θέλεις να λέγεσαι χριστιανός και κατέχεις όλα τα αγαθά του Θεού, γιατί ιδρώνεις και αγωνιάς για το παραπάνω και δεν κάνεις ελεημοσύνες και καλά έργα; Να ξέρεις, ότι θεμελιώνει στην άμμο, όποιος έχει πολλά χρήματα και τα διαχειρίζεται εγωιστικά, αδιαφορώντας για τη φτώχεια και τη δυστυχία των συνανθρώπων του. Είδες ποτέ σάβανο με τσέπες; Όλα εδώ μένουν. Μόνο οι αγαθοεργίες πηγαίνουν στον ουρανό. Ξέρεις γιατί γίνονται οι πόλεμοι; Για το χρήμα… Γιατί οι πλούσιοι δεν μπορούν να βάλουν χαλινάρι στη λαιμαργία τους και οι φτωχοί δεν εύχονται να αποκτήσουν τα αναγκαία, αλλά ζηλεύουν τα πλούτη και τη δόξα των πλουσίων.
Οι τσέπες σας πρέπει να είναι ανοιχτές, ώστε να φεύγουν τα χρήματα για φιλανθρωπίες. Είναι σκάνδαλο να υπάρχουν τσέπες γεμάτες λεφτά και να είναι ραμμένες.

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

Αββά Κασσιανού: περί λύπης και διακρίσεως


Γράφει ο π. Βασίλειος Ι. Καλλιακμάνης

α) Στη Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών οι Άγιοι Μακάριος Νοταράς και Νικόδημος Αγιορείτης περιέλαβαν μεταξύ των άλλων αγιοπατερικών κειμένων και δύο έργα ενός λατίνου πατρός της Εκκλησίας, του Οσίου Κασσιανού. Τόσο το πρώτο, «Περί των οκτώ λογισμών της κακίας», όσο και το δεύτερο, «Περί διακρίσεως», «αποστάζουν παντοδαπή ωφέλεια και χάρη».

β) Ο όσιος Κασσιανός, προφανώς από τη Ρώμη, ασκήθηκε σε μοναστικά κέντρα της Βηθλεέμ και της Αιγύπτου, όπου ήλθε σε επαφή με σπουδαίους ασκητές και χαρισματικούς αββάδες. Από αυτούς μυήθηκε στη ζωή του Πνεύματος. Επισκέφθηκε ακόμη την Κωνσταντινούπολη και υπήρξε μαθητής του Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου. Μετά την εξορία του Χρυσοστόμου μετέβη στη Ρώμη, ζητώντας συμπαράσταση από τον πάπα Ιννοκέντιο Α’ για τον εξόριστο διδάσκαλό του. Τέλος, ίδρυσε δύο μοναστήρια στην περιοχή της Μασσαλίας. Η Εκκλησία τον τιμά στις 29 Φεβρουαρίου.

γ) Εντύπωση προξενεί ότι ανάμεσα στους οκτώ λογισμούς της κακίας ο Όσιος Κασσιανός περιλαμβάνει τη λύπη, η οποία τραυματίζει θανάσιμα την ψυχή και οδηγεί στην απελπισία, την πλήξη και τη μελαγχολία. Η λύπη είναι αρρώστια ψυχική, που εμποδίζει την προσευχή και προέρχεται από την οργή εξαιτίας διάψευσης προσδοκιών, από την απώλεια κέρδους ή από κάποια προσβολή. Ο κυριευμένος από λύπη είναι ευερέθιστος, ανυπόμονος, αμετάπειστος, θυμώδης, μνησίκακος, πλήρης ακάρπου πένθους και οδυνηρής απόγνωσης. Το πάθος αυτό πρέπει να αποφεύγεται, όπως η πορνεία και η φιλαργυρία, τονίζει ο όσιος.

δ) Όμως υπάρχει και η κατά Θεόν λύπη που είναι σωτήρια, διότι οδηγεί στη μετάνοια και την αγαθή ελπίδα. Η κατά Θεόν λύπη «τη χαρά σύμμεικτος υπάρχει». Ο κατά Θεόν λυπούμενος, επειδή ελπίζει στην πνευματική τελείωση και στην απολαβή των μελλόντων αγαθών, είναι ιλαρός, ευπροσήγορος, ταπεινός, πράος, ανεξίκακος και υπομονετικός σε κάθε αγαθό κόπο και συντριβή. Έτσι γεννιούνται οι καρποί του Αγίου Πνεύματος: αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, καλοσύνη, πίστη, πραότητα και εγκράτεια (βλ. Γαλ. 5,22-23).

ε) Να σημειωθεί ακόμη ότι μέγιστη σημασία αποδίδει ο Όσιος Κασσιανός στην αρετή της διάκρισης. Διηγείται ότι στη σκήτη της Θηβαΐδας είχαν συγκεντρωθεί πολλοί γέροντες και συζητούσαν για την τελειότητα της αρετής και πώς μπορεί να φυλαχθεί ο μοναχός από τις παγίδες του πονηρού, για να προσεγγίσει τον Θεό. Ο καθένας κατέθετε τη δική του γνώμη δίδοντας την πρώτη θέση σε κάποια αρετή. Άλλοι πρόβαλλαν τη νηστεία και την αγρυπνία, άλλοι την αγνότητα, την ακτημοσύνη και την καταφρόνηση των υλικών αγαθών, ενώ άλλοι την ελεημοσύνη και διάφορες άλλες αρετές.

στ) Τελευταίος μίλησε ο Αββάς Αντώνιος. Όλες οι αρετές είναι απαραίτητες, είπε, αλλά δεν επιτρέπεται να δώσουμε σε αυτές τα πρωτεία, διότι πάντα υπάρχει ο κίνδυνος της πλάνης, είτε από την υπερβολή είτε από την έλλειψη. Η διάκριση ως «οφθαλμός της ψυχής» εκπαιδεύει τον νηπτικό να μην παραβιάζει από υπερβολικό ζήλο και έπαρση το μέτρο. Χωρίς το χάρισμα της διακρίσεως καμιά αρετή δεν μπορεί να είναι ασφαλής μέχρι τέλους. Έτσι η διάκριση «πασών των αρετών γεννήτρια και φύλαξ υπάρχει». Με τη γνώμη του Οσίου Αντωνίου συμφώνησαν και οι υπόλοιποι Πατέρες.

ζ) Από τα παραπάνω γίνεται ολοφάνερο πόσο επίκαιρη είναι η διδασκαλία του Οσίου Κασσιανού και πώς μπορεί να προσφέρει μήνυμα αυτογνωσίας και ελπίδας στον σύγχρονο απελπισμένο άνθρωπο. Πρόσφατη έρευνα θεωρεί τους Έλληνες ως τους πιο απαισιόδοξους πολίτες ανάμεσα σε 58 χώρες του πλανήτη. Κι αυτό διότι έχουμε κυριευθεί από την εμπαθή λύπη και έχουμε χάσει το μέτρο. Μήπως είναι καιρός να ανανήψουμε και να θέσουμε στο κέντρο της ζωής μας τον πνευματικό πλούτο του Ευαγγελίου και των Αγίων Πατέρων, που θα μας ανοίξουν ένα παράθυρο στην ελπίδα;

http://paterikos.blogspot.gr/

Η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Οικουμένη


του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Η Ορθόδοξη Εκκλησία όπως ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως είναι Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική. Αυτά τα τέσσερα γνωρίσματα δείχουν όλο το μεγαλείο της, την εσωτερική της ενότητα, αλλά και την οικουμενική της διάσταση. Είναι Μία, αφού ένα είναι το Σώμα του Χριστού είναι Αγία, αφού η αγιότητα προέρχεται από την αγιότητα της κεφαλής, η οποία αγία κεφαλή αγιάζει και τα μέλη της, είναι Καθολική γιατί έχει απλωθή σε ολόκληρο τον κόσμο είναι Αποστολική, γιατί στηρίζεται στην διδασκαλία των αγίων Αποστόλων και φυσικά των αγίων Πατέρων, όπως αυτοί ερμήνευσαν το αποστολικό κήρυγμα, αφού οι Απόστο­λοι είναι μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού.

Στην συνέχεια θα μείνω λίγο στην καθολικότητα της Εκκλησίας και θα την αναπτύξω μέσα από την παγκόσμια διάστασή της, όπως εκφράζεται σήμερα, και βεβαίως μέσα από την ορθόδοξη θεολογία και ζωή, όπως αυτά βιώνονται στις ημέρες μας.

1. Η προσωπική μου επαφή με την παγκόσμια Ορθόδοξη Εκκλησία

Μέ αξίωσε ο Θεός να έλθω σε επικοινωνία με όλη σχεδόν την σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία και να δώ την δυναμική της, αλλά συγχρόνως να δώ και τα προβλήματα που την απασχολούν. Αυτό έγινε με την οικονομία του Θεού μέσα από τις ομιλίες που έκανα σε όλα τα μέρη του κόσμου, ανατολής και δύσεως, και βεβαίως με τα βιβλία μου τα οποία μεταφράστηκαν σε όλες τις βασικές γλώσσες και διαβάζονται από όλους τους Χριστιανούς, όπου γής. Αυτά μου έδωσαν την ευκαιρία όχι μόνον να συναντήσω Ορθοδόξους Χριστιανούς από όλο τον κόσμο, να συνομιλήσω μαζί τους, άλλα και να αλληλογραφώ με αναγνώστες και έτσι προσπαθώ κάτι να προσφέρω στην σύγχρονη ορθόδοξη εκκλησιαστική μαρτυρία.

Πολλές φορές έχω επισκεφθή την Κωνσταντινούπολη, την Βασιλεύουσα και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο σέβομαι γιατί αποτελεί την ενότητα όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Για τρία χρόνια, κατά διαστήματα, δίδαξα στην Μπελεμέντειο Θεολογική Σχολή «Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός», του Πατριαρχείου Αντιοχείας στον Βόρειο Λίβανο, και εργάσθηκα ιεραποστολικά στην Μέση Ανατολή, ήτοι την Συρία και τον Λίβανο. Επανειλημμένως περιόδευσα στις Βαλκανικές Χώρες, στην Ρωσία, την Γεωργία. Ταξίδευσα συνεχώς στην Ευρώπη, κυρίως στην Αγγλία, και την Αμερική, δίδοντας διαλέξεις και συζητώντας με Ορθοδόξους Χριστιανούς από όλες τις εθνότητες.

Αυτή η έξοδος από την Ελλάδα και η πορεία μου προς τον εξωτερικό κόσμο άρχισε από την ηλικία των 30 περίπου ετών, γιατί διψούσα στην αρχή να μάθω πώς εργάζονται και συμπεριφέρονται οι Ορθόδοξοι που κατοικούν σε όλη την Οικουμένη, στην συνέχεια να μιλήσω μαζί τους και κατόπιν να αναπτύξω διάφορα θεολογικά και εκκλησιαστικά θέματα. Άρχισα αυτό το έργο από τότε που ήμουν στην Έδεσσα, το συνέχισα την εποχή που υπηρετούσα στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών και το επεξέτεινα όταν έγινα Μητροπολίτης της Θεοσώστου αυτής Ιεράς Μητροπόλεως.

Το σημαντικό είναι ότι δεν έκανα απλώς ταξίδια αναψυχής, ούτε με δική μου πρωτοβουλία, αλλά πάντοτε ύστερα από προσκλήσεις διαφόρων κοινοτήτων, Εκκλησιών, Πανεπιστημίων και Θεολογικών Σχολών, για να αναπτύξω επίκαιρα θεολογικά και εκκλησιαστικά ζητήματα που τους απασχολούσαν. Υπήρξαν περιπτώσεις, και είναι και οι πιο σημαντικές, που επισκέφθηκα διάφορες χώρες για να παρουσιάσω τα βιβλία μου που είχαν μεταφρασθή στις γλώσσες τους και αυτό μου έδωσε την δυνατότητα να αναλύσω την θεολογική σκέψη που κατατίθεται στα βιβλία και να επικοινωνήσω με τους Χριστιανούς των περιοχών αυτών.

Δοξάζω τον Θεό για όλο αυτό το έργο που γίνεται παράλληλα με το ποιμαντικό έργο στην Ιερά Μητρόπολη που με έστειλε ο Θεός και με αυτόν τον τρόπο γίνεται γνωστή και αυτή σε όλον τον κόσμο, αλλά και παράλληλα με την συμμετοχή μου σε διάφορα Παγκόσμια και Διεθνή Θεολογικά Συνέδρια που διεξάγονται στον ελλαδικό χώρο.

Η πορεία μου προς την Ανατολή και την Δύση, τον Βορρά και τον Νότο δεν έγινε χωρίς κόπο και δυσκολίες, χωρίς θυσίες και αγρυπνίες, χωρίς μόχθο και πειρασμούς. Όμως, στο τέλος μένει η χαρά για την ελάχιστη συμμετοχή μου στην ιεραποστολή της Εκκλησίας και στην δόξα του Θεού. Βέβαια, ο Θεός είναι εκείνος που στο τέλος θα κρίνη όλο αυτό το έργο και συχνά τον παρακαλώ να δείξη το έλεός Του και την φιλανθρωπία Του και να δη την εσωτερική αγαθή διάθεσή μου και να μη σταθή σε μερικά εξωτερικά λάθη, τα οποία ως άνθρωποι ασφαλώς κάνουμε.

Θα προσπαθήσω να εκθέσω με συντομία μερικές απόψεις μου για το θέμα «Η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Οικουμένη», που σχηματίσθηκαν μέσα από την προσωπική μου εμπειρία.

2. Η Χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία

Είναι γνωστόν ότι η ενιαία Χριστιανική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία επεκτεινόταν από την Ιβηρία μέχρι την Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική. Συγκεκριμένα, στην εποχή του Μ. Κωνσταντίνου η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία επεκτεινόταν σε όλο τον μεσόγειο χώρο που σήμερα καλύπτει την Αγγλία, Πορτογαλία, Ισπανία, Γαλλία, Ελβετία, Ιταλία, Αυστρία, τα Βαλκάνια, όλη την Βόρεια Αφρική, τον Λίβανο, την Συρία, την Τουρκία και τις Ρωσικές παραλίες του Ευξείνου Πόντου. Αργότερα, βέβαια, διαιρέθηκε σε δυτικό και ανατολικό τμήμα. Στο δυτικό τμήμα κυριάρχησαν οι βάρβαροι, που κατά διαστήματα κατέβαιναν από τον βορρά, αλλά και στο ανατολικό τμήμα δημιουργούνταν διάφορα προβλήματα από εχθρικούς ανατολικούς λαούς, με αποτέλεσμα η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία να συρρικνώνεται σημαντικά. Έχανε πολλά τμήματά της από την ανατολή και την δύση.

Το σημαντικό είναι ότι από πλευράς Ορθοδόξου Εκκλησίας υπήρχαν πολλά κοινά γνωρίσματα, ήτοι η θεία Λειτουργία, η ευαγγελική ζωή, η θεολογία, όπως είχε καθιερωθή από τις Οικουμενικές Συνόδους, οι παραδόσεις και πολλά άλλα. Βέβαια, κατά καιρούς αναφύονταν και διάφορες αιρέσεις, τις οποίες αντιμετώπιζαν οι Πατέρες στις Τοπικές και Οικουμενικές Συνόδους. Παρά ταύτα διεσώθηκαν διάφορες αιρετικές ομάδες ως ιδιαίτερες Εκκλησίες, όπως είναι οι Νεστοριανοί, οι Μονοφυσίτες, οι Μονοθελήτες κλπ.

Καίτοι υπήρχε στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ενιαία θεολογική και πολιτιστική παράδοση, αλλά και κρατική διοίκηση, εν τούτοις υπήρχε πολυγλωσσία. Στην αρχή υπήρχε διγλωσσία, αφού ήταν ελληνόφωνοι και λατινόφωνοι Ρωμηοί, και στην συνέχεια προστέθηκαν οι αραβόφωνοι και οι σλαβόφωνοι. Όμως, κοινός στόχος ήταν η βίωση της ορθοδόξου ζωής.

Η υποδούλωση της ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στους Οθωμανούς δημιούργησε πολλά προβλήματα στην διοίκηση και την ποιμαντική της Ορθοδόξου Εκκλησίας, αλλά και ανέδειξε μάρτυρες και αγίους από όλες τις λαότητες, δηλαδή από όλους τους Χριστιανούς της ενιαίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

3. Σύγχρονα εκκλησιαστικά προβλήματα

Η διαδοχική απελευθέρωση πολλών τμημάτων της παλαιάς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας από την υποδούλωσή τους στους Οθωμανούς είχε ως συνέπεια να αναπτυχθούν τα εθνικά κράτη, κάτω από την επίδραση των ιδεών του διαφωτισμού και του ρομαντισμού. Έτσι, πολλές περιοχές αποτέλεσαν ιδιαίτερες εθνότητες με βάση τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα κάθε περιοχής και ζήτησαν ή επιχείρησαν πραξικοπηματικώς την αποδέσμευσή τους από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που έως τότε αποτελούσε την ενότητα όλης της πρώην Χριστιανικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Έτσι, ο εθνικισμός εισήλθε και μέσα στον χώρο της Ορθοδόξου Εκκλησίας, η οποία ως από την τήν φύση της είναι οικουμενική, δηλαδή δεν περικλείεται σε εθνικισμούς, που διαφέρουν σαφώς από τον εθνισμό. Άλλο είναι ο εθνικισμός και άλλο ο εθνισμός άλλο είναι η αγάπη για την Πατρίδα και άλλο η απολυτοποίηση της ιδιαίτερης Πατρίδος σε βάρος της Οικουμενικότητας.

Σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία εκφράζεται από τρεις κατηγορίες, ήτοι τους ελληνοφώνους, τους σλαβοφώνους και τους αραβοφώνους. Το πρόβλημα δεν είναι η γλώσσα, αλλά η είσοδος του εθνοφυλετισμού-εθνικισμού στην εσωτερική ζωή της Εκκλησίας, καίτοι αυτός έχει καταδικασθή από την Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως του έτους 1872.

Από τις επισκέψεις μου σε πολλές περιοχές της Ανατολής, της Δύσης και του Βορρά, συνάντησα ορθοδόξους Χριστιανούς που συμπεριφέρονται ως Ορθόδοξοι έχοντας απλή πίστη και ορθές εκκλησιαστικές παραδόσεις, αλλά συνάντησα και ορθοδόξους Χριστιανούς, οι οποίοι διαπνέονται από τον εθνοφυλετισμό, ο οποίος είναι άρνηση της ενότητας και της οικουμενικότητας της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Στην συνέχεια θα καταγραφούν απόψεις μου, τις οποίες σχημάτισα από επιτόπιες έρευνες, θα εντοπισθούν μερικά σύγχρονα εκκλησιαστικά προβλήματα, πέρα από τα θετικά κοινά σημεία, που παραμένουν και συγκροτούν την ενότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

α) Η Εκκλησιαστική διοικητική διαίρεση

Στην αρχαία Εκκλησία, όπως το βλέπουμε στους ιερούς Κανόνες των Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων υπήρχε η λεγόμενη Πενταρχία, δηλαδή τα πέντε Πατριαρχεία, ήτοι η Παλαιά Ρώμη, η Νέα Ρώμη, η Αλεξάνδρεια, η Αντιόχεια, τα Ιεροσόλυμα, όπως και η αυτοκέφαλη Εκκλησία της Κύπρου.

Ο Θεόδωρος Βαλσαμών, Πατριάρχης Αντιοχείας, σε ειδική μελέτη του για τα πατριαρχικά προνόμια, αναφερόμενος στον λστ' Κανόνα της ΣΤ' Οικουμενικής Συνόδου, ερμηνεύει αυτήν την Πενταρχία μέσα από τις πέντε αισθήσεις του σώματος. Όπως το ανθρώπινο σώμα έχει πέντε αισθήσεις (όραση, ακοή, όσφρηση, γεύση, αφή) έτσι και το Σώμα του Χριστού, η Εκκλησία, έχει πέντε αισθήσεις. Είναι οι Εκκλησίες της Παλαιάς Ρώμης, Νέας Ρώμης, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιερο­σο­λύμων. Γράφει ότι «οι μεγάλοι αρχιερείς» «τών πέντε αγιωτάτων θρόνων», «ούτω κατά πάσαν την οικουμένην σεβάζονται» και υπάρχει ενότητα, και «τού δευτέρου ο πρώτος ου κατεπαίρεται, ουδέ του τρίτου ο δεύτερος αλλ ως αισθήσεις πέντε μιας κεφαλής αριθμούμεναι και μη μεριζόμεναι, παρά τώ χριστωνύμω λαώ λογιζόμενοι, ισοτιμίαν εν άπασιν έχουσι, και κάραι των κατά πάσαν την οικουμένην αγίων Εκκλησιών του Θεού δικαίως καλούμενοι, διαφοράν ανθρωπίνην ου πάσχουσιν».

Το 1009 η Εκκλησία της Παλαιάς Ρώμης απομακρύνθηκε από το σώμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, καθώς επίσης στην πάροδο του χρόνου δημιουργή­θηκαν και άλλα Πατριαρχεία και Αυτοκέφαλες Εκκλησίες. Έτσι, σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία αποτελείται από δεκατέσσερεις (14) Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, ήτοι: Το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Τα Πατριαρχεία: Αλε­ξαν­δρεί­ας, Α­ντιο­χεί­ας, Ι­ε­ρο­σο­λύ­μων, Ρωσίας, Σερ­βί­ας, Ρου­μα­νί­ας, Βουλ­γα­ρί­ας, Γε­ωρ­γί­ας. Οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες: Κύ­πρου, Ελ­λά­δος, Πο­λω­νί­ας, Αλ­βα­νί­ας, Τσε­χί­ας και Σλο­βα­κί­ας.

Όλες αυτές οι νέες αυτοκέφαλες Εκκλησίες απαρτίσθηκαν αποσπαζόμενες με διάφορους τρό­πους από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο έγινε αιμοδό­της στις νέες αυτές εκκλησιαστικές διοικήσεις και γι' αυτό καλείται Μήτηρ και αδελφή Εκκλησία.

Η νέα αυτή διαίρεση έγινε με βάση τα Εθνικά Κράτη, πράγμα που αν δεν υπάρχη ανύστακτη προσοχή, μπορεί να εξελιχθή σε νάρκη στα θεμέλια της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Βεβαίως, εξακολουθεί να υφίσταται η διορθόδοξη ενότητα των Πατριαρχείων και των Αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλη­σιών, με κέντρο τον Οικουμενικό Πατριάρχη, όμως μερικές φορές στην πράξη υπονομεύεται αυτή η ενότητα από φιλαρχίες, πρωτοκαθεδρίες και φιλοπρωτεύοντες Κληρικούς. Έτσι, η αυτοκεφαλία λειτουργεί μερικές φορές ως αυτοκεφαλαρχία, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Ολιβιέρ Κλεμάν. Το αυτοδιοίκητο, μερικές φορές, γίνεται αυτόνομο, αυτοδέσποτο, οπότε δημιουρ­γούνται διάφορα εκκλησιαστικά προβλήματα.

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που απασχολεί την σύγχρονη Ορθόδοξη Εκκλησία ως προς το σημείο αυτό είναι το φαινόμενο της Διασποράς. Ο όρος αυτός (Διασπορά) χρησιμοποιόταν για να δηλώση τους Εβραίους που βρίσκονταν μακριά από την Ιερουσαλήμ και γενικά την Παλαιστίνη. Σήμερα με τον όρο αυτό χαρακτηρίζονται οι ορθόδοξοι Χριστιανοί ενός Κράτους που διαβιούν σε ένα άλλο Κράτος της Ευρώπης και της Αμερικής. Αυτό φαίνεται εντονώτατα στην τελευταία, δηλαδή την Αμερική. Εκεί εργάζονται και ζουν ορθόδοξοι Χριστιανοί από διάφορα Κράτη, απ' όπου εξαναγκάσθηκαν να μεταναστεύσουν και ίδρυσαν διάφορες εθνικές Εκκλησίες –Ελλήνων, Ρώσων, Ρουμάνων, Βουλγάρων, Αράβων κλπ.– οπότε, οι Ορθόδοξες Εκκλησίες έχουν Μητροπόλεις, Επισκοπές και Ενορίες στην Αμερική, τις οποίες και διοικούν, μέσα στο κλίμα του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αυτό το φαινόμενο χαρακτηρίζεται ως Διασπορά.

Για να γίνη αντιληπτό αυτό το νέο φαινόμενο που αποτελεί την σύγχρονη εκκλησιολογική εκτροπή, θα πρέπει να αναφερθή ότι στην Εκκλησία των Τοπικών και Οικουμενικών Συνόδων, μέχρι τους τελευταίους αιώνες, δεν υπήρχαν ιδιαίτε­ροι Επίσκοποι για και κάθε ομόγλωσσο λαό. Τα Πατριαρχεία, οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, οι Μητροπόλεις, οι Επισκοπές, οι Ενορίες δεν χωρίζονταν με τα εθνικά χαρακτηριστικά των Χριστιανών, αλλά κατά τις γεωγραφικές περιοχές. Για παράδειγμα, σε ένα Πατριαρχείο ανήκαν αλλόγλωσσοι και μνημόνευαν όλοι τον Πατριάρχη ή τον Μητροπολίτη κάθε γεωγραφικής περιοχής.

Άν εξακολουθούσε να ισχύη αυτή η αρχή, τότε όλοι οι ορθόδοξοι Χριστιανοί που διαμένουν στην Αμερική, την Ευρώπη, την Ασία, θα έπρεπε να μνημονεύουν τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ενώ τώρα συνήθως οι ορθόδοξοι Κληρικοί μνημονεύουν τον Πατριάρχη του Έθνους και του Κράτους από το οποίο προήλθαν. Αυτό λέγεται διάσπαση του εκκλησιαστικού χώρου, που γίνεται με βάση τα εθνοφυλετικά κριτήρια. Έτσι, στην Αμερική, την Ευρώπη, την Ασία υπάρχουν Μητροπόλεις και Ενορίες από κάθε εκκλησιαστική διοικητική περιφέρεια, οπότε και υπονομεύεται το κανονικό δίκαιο της Εκκλησίας.

β) Θεολογικές αντιλήψεις

Γνωρίζουμε ότι η θεολογία είναι η πίστη της Εκκλησίας. Αυτή η θεολογία καθορίσθηκε από την Αποκάλυψη που δόθηκε από τον Θεό στους Προφήτες, τους Αποστόλους και τους Πατέρες κάθε εποχής και διατυπώθηκε από τις Οικουμενικές Συνόδου. Κανονικά πρέπει να υπάρχη ενιαία θεολογική έκφραση.

Όμως, σήμερα επικρατούν διάφορες θεολογικές αντιλήψεις, οι οποίες πολλές φορές διατυπώνονται με βάση ιδιαίτερες σκοπιμότητες, κυρίως εθνικές. Η θεολογία των Προφητών, των Αποστόλων και των Πατέρων ερμηνεύεται ποικιλο­τρόπως για να εξυπηρετήση διάφορες σκοπιμότητες.

Για παράδειγμα, στην προεπαναστατική Ρωσία διαμορφώθηκε κατά τον δυτικό ουμανισμό και τον γερμανικό ιδεαλισμό, μια ιδιαίτερη θεολογική έκφραση, και αυτή αναπτύχθηκε ακόμη περισσότερο από τους πρόσφυγες Ρώσους που μετακί­νησαν στο Παρίσι μετά την επικράτηση του κομμουνισμού στην Ρωσία, η οποία θεολογία θεωρείται από αυτούς ανώτερη από την Ρωμαίϊκη Πατερική θεολογία και την σχολαστική θεολογία. Επίσης, λόγω του ότι οι πρόσφυγες Ρώσοι στο Παρίσι είχαν αποκοπή από το Ρωσικό Πατριαρχείο, το οποίο προσπαθούσε να περισώση ό,τι ήταν δυνατόν, αναπτύχθηκε μια θεολογική τάση που λέγεται Ευχαριστιολογία, σύμφωνα με την οποία κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής είναι η θεία Ευχαριστία, ανεξάρτητα από τον Επίσκοπο που αναγνωρίζεται κανονικώς από την μητέρα Εκκλησία. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι η ευχαριστιακή θεολογία του Αφανάσιεφ.

Ακόμη, η ορθόδοξη θεολογία δέχθηκε ποικίλες επιρροές από τις άλλες χριστιανικές Ομολογίες, όπως τον Παπισμό και τον Προτεσταντισμό. Μιά τέτοια θεολογία έφθασε και στον ελληνικό χώρο και διατυπώνεται από ορθοδόξους θεολόγους και Κληρικούς.

Πάντως, σήμερα οι κύριες Θεολογικές Σχολές που επηρεάζουν τα θεολογικά πράγματα στην Ορθόδοξη Εκκλησία είναι οι δύο Θεολογικές Σχολές της Ελλάδος –Αθηνών και Θεσσαλονίκης– το Θεολογικό Ινστιτούτο των Παρισίων, το Θεολογικό Σεμινάριο του Αγίου Βλαδιμήρου Νέας Υόρκης και η Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού Βοστώνης. Όλες οι άλλες Θεολογικές Σχολές δέχονται ποικιλότροπους επηρεασμούς από τις πέντε Θεολογικές Σχολές που προανέφερα. Αυτό είναι σημαντικό, γιατί οι εκκολαπτόμενοι θεολόγοι που θα στελεχώσουν τις Ορθόδοξες Εκκλησίες στην επόμενη γενιά στην διοίκηση, την ποιμαντική και την διδασκαλία, διαμορφώνονται από τα θεολογικά ρεύματα που επικρατούν στις σύγχρονες Θεολογικές Σχολές.

γ) Οι επιδράσεις που δέχεται η Ορθόδοξη Εκκλησία από ετεροδόξους

Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν λειτουργεί ως θρησκεία, αλλά ως Εκκλησία, ως κοινότητα, ως οικογένεια, ως πνευματικό θεραπευτήριο. Μέσα σε αυτήν ο άνθρωπος συναντά την πνευματική του οικογένεια, την πνευματική του πολιτεία, το πνευματικό νοσοκομείο.

Όμως, σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία ζή στο μέσον μεταξύ των εκκοσμικευ­μένων Χριστιανών των θρησκευτικών κοινοτήτων στην Δύση (Παπικών και Προτε­στα­ντών), που εκφράζεται με έναν ουμανιστικό Χριστιανισμό, ο οποίος κινείται εξωτερικά, αποβάλλοντας την εσωτερική ησυχαστική του παράδοση, αλλά και των διαφόρων άλλων ανθρωποκεντρικών θρησκειών, όπως είναι ο Ιουδαϊσμός, ο Μουσουλμανισμός, ο Ινδουϊσμός, ο Βουδισμός, με όλες τις παραφυάδες τους.

Εναντίον όλων αυτών αγωνίζεται η Ορθόδοξη Εκκλησία, αλλά δέχεται και επιδράσεις στην θεολογική και εκκλησιαστική της έκφραση.

Όταν παρατηρήση κανείς προσεκτικά την ζωή της Οικουμενικής Ορθοδοξίας, βλέπει ότι υφίσταται πολλούς πειρασμούς. Στις δυτικές χριστιανικές χώρες δέχεται πιέσεις από την εκκοσμίκευση, όπως φαίνεται έντονα στην Αμερική, και στις Μουσουλμανικές χώρες δέχεται πειρασμούς από τα θεοκρατικά τους συστή­ματα καί, φυσικά, αναδεικνύονται σύγχρονοι μάρτυρες ή έχουμε καθημερινώς πεπτωκότες.

Αναφέρω τρεις πειρασμούς, που απασχολούν την Ορθόδοξη Εκκλησία σήμερα, ήτοι την εκκοσμίκευση, τον οικουμενισμό και τα σχίσματα.

Ως εκκοσμίκευση εννοείται η αλλοίωση της Ορθοδόξου Εκκλησίας με την συνύπαρξή της με άλλες ιδεολογίες και με τις κοινωνικές πρακτικές που επικρα­τούν στην σύγχρονη κοινωνία. Η εκκοσμίκευση παρατηρείται στην Θεολογία, την Εκκλησιολογία και την ποιμαντική με την αποβολή του θείου στοιχείου της Εκκλησίας και την μετατροπή της σε μια κοινωνική και ανθρωπιστική οργάνωση.

Ως οικουμενισμός εννοείται ο συγκρητισμός στην ορθόδοξη πίστη, την ορθόδοξη ζωή, την ορθόδοξη ασκητική, ο συσχετισμός με άλλες χριστιανικές ομολογίες και θρησκείες, δηλαδή η αλλοίωση της αποκαλυπτικής αλήθειας όπως την παρέδωσε ο Χριστός στους Αποστόλους, και εκείνοι στους Πατέρες της Εκκλησίας δια μέσου των αιώνων. Βεβαίως, η Ορθόδοξη Εκκλησία θα κάνη διάλογο με τις άλλες Ομολογίες και Θρησκείες, αλλά αυτός ο διάλογος πρέπει να γίνεται μέσα σε ορθόδοξα θεολογικά, εκκλησιολογικά και κανονικά πλαίσια.

Ως σχίσματα εννοούνται οι διοικητικές διαιρέσεις των επί μέρους Ορθοδόξων Εκκλησιών, που είναι μια μεγάλη πληγή της Ορθόδοξης Εκκλησίας σήμερα. Σχεδόν σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες εντοπίζει κανείς σχισμαστικές παρατάξεις που δημιουργούνται από φιλοπρωτεύοντες Κληρικούς, οι οποίοι παρακινούνται από τα πάθη τους και από άλλες διεθνείς και κοινωνικές δυνάμεις που θέλουν να αλώσουν και να εκμηδενίσουν την ενότητα της Εκκλησίας.

Όμως, σε όλη την Οικουμένη, όπου πήγα, βρήκα και οργανωμένες Εκκλησίες και πραγματικούς ορθοδόξους Κληρικούς, μοναχούς και Χριστιανούς, οι οποίοι «δέν έκλιναν γόνυ τώ Βάαλ» και δοξάζουν τον Θεό.

δ) Φιλοσοφικές και κοινωνικές επιδράσεις

Η Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως προαναφέρθηκε, ζή σε διάφορες κοινωνίες που υπάρχουν στα τέσσερα σημεία της γής. Διαθέτει την ζωή του Χριστού, όπως σημαίνεται στα Μυστήρια, κρατά την παράδοσή της, αλλά δέχεται και επιδράσεις από τις κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε τόπο. Αυτές οι καταστάσεις διαμορφώνονται από τις φιλοσοφικές, κοινωνιολογικές και ηθικές αρχές.

Στην Αμερική οι Εκκλησίες αντιμετωπίζουν προβλήματα από τον διαφωτισμό, τον ρομαντισμό, τον πουριτανισμό, την ευδαιμονία, την θρησκεία της φιλαργυρίας, την ασύδοτη ελευθερία, την ποικιλώνυμη ηδονή.

Στην Ευρώπη οι Εκκλησίες δέχονται επιδράσεις από τα φιλοσοφικά ρεύματα του παρελθόντος, όπως τον διαφωτισμό, τον ρομαντισμό, τον νεωτερισμό, την μετανεωτερικότητα, τον αγνωστικισμό, την αθεΐα, τον δεϊσμό, τον υπαρξισμό, τον γερμανικό ιδεαλισμό. Η Ευρώπη είναι μια σκληρή κοινωνία που διευκολύνει την αθεΐα, τον αγνωστικισμό, τον υπαρξισμό. Σε αυτές πρέπει να προστεθούν οι σκληρές Χριστιανικές δομές του Βατικανού και οι διάφορες εκφράσεις του Προτεσταντισμού. Ωστόσο, όμως, υπάρχουν σε πολλά μέρη της Ευρώπης θαυμάσιες εστίες ορθόδοξης ζωής που λειτουργούν με πολύ δύναμη κάτω από αντίξοες συνθήκες.

Στις Σλαβικές χώρες οι Εκκλησίες που βγήκαν μέσα από το μαρτύριο των διωγμών, αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες στην ορθόδοξη εκκλησιαστική ανασυγκρότησή τους. Καταλαβαίνουν ότι χάθηκε μια ολόκληρη γενιά που έζησε κατά την διάρκεια των κομμουνιστικών καθεστώτων και αναζητούν να βρούν τον ενδιάμεσο κρίκο της παραδόσεώς τους. Αυτό το κάνουν με εκδόσεις ορθοδόξων βιβλίων, με επισκέψεις σε άλλες χώρες, με διοργάνωση εβδομάδων ορθοδόξου προβληματισμού, με ανάδειξη μαρτύρων και οσίων που έζησαν στους χώρους τους, με αναζωπύρωση του ορθοδόξου μοναχισμού, με αναζήτηση ζωντανών οργανισμών, δηλαδή ορθοδόξων που βιώνουν και εκφράζουν την Ορθόδοξη Παράδοση.

Στις Ανατολικές χώρες, όπως τον Λίβανο, την Συρία, την Παλαιστίνη, το Ιράκ, και ανατολικότερα, οι Εκκλησίες έχουν να αντιμετωπίσουν την νοοτροπία των φανατικών Μουσουλμάνων, τις απόψεις των αιρετικών Χριστιανών (Νεστο­ριανών, Μονοφυσιτών, Μονοθελητών). Στις χώρες αυτές γίνονται πολεμικές συρράξεις, οι οποίες αποτελούν τον σύγχρονο μεγάλο πειρασμό των Εκκλησιών, γιατί φυγαδεύεται η αγάπη, υπονομεύεται η αξία του ανθρώπου, διακυβεύεται η κοινωνική συνοχή. Κατά καιρούς έρχονται στην επιφάνεια ειδήσεις για αποκεφαλισμούς και μαρτύρια ορθοδόξων Χριστιανών και Κληρικών, επειδή ομολογούν την ορθόδοξη πίστη.

Στις χώρες της Αφρικής οι Ορθόδοξες Εκκλησίες, εκτός από τους πειρασμούς που προαναφέρθηκαν, αντιμετωπίζουν την πείνα και την εξαθλίωση, τις αρρώστιες και την μαγεία, τα κηρύγματα των μισιοναρίων και τον φανατισμό των ετεροδόξων Χριστιανών, αλλά και των αλλοθρήσκων.

Αυτές ήταν μερικές από τις βασικές σκέψεις μου για την σύγχρονη κατάσταση της Ορθοδόξου Εκκλησίας σε όλο τον κόσμο, βγαλμένη μέσα από προσωπική γνώση. Παρουσιάσθηκαν με συνοπτικό τρόπο, γιατί η παρούσα συνάντηση δεν προσφέρεται για ευρύτερες αναλύσεις.

Πάντως, πρέπει να γίνη αντιληπτό ότι πέρα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στην χώρα μας, πρέπει να βλέπουμε και όλα τα άλλα προβλήματα που απασχολούν την Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως η εκκοσμίκευση, οι πόλεμοι, οι διωγμοί, η πείνα, οι στερήσεις. Η Εκκλησία αγωνίζεται μέσα στον κόσμο για να εκφράση την αλήθεια του Χριστού, των Αποστόλων και των Πατέρων, να δίνη την μαρτυρία της πίστεώς της, και να διαλέγεται με εκείνους που την αναζητούν, χωρίς, βέβαια, να αλλοιώνεται.

Σε αυτήν την μαρτυρία προσπαθώ να συμμετέχω με τις μικρές μου θεολογικές δυνάμεις, γιατί πάνω από όλα με ενδιαφέρει η δόξα του Χριστού και ο έπαινος της Ορθοδόξου Εκκλησίας.–

Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014

Ο φόβος του Θεού κατά τους Αγίους Πατέρες

Ὁ ὅσιος Ἐφραὶμ ὁ Σύρος γιὰ τὴν ἔλλειψιν τοῦ φόβου τοῦ Θεοῦ ἀναφέρει «Αὐτὸς ποὺ δὲν 
ἔχει μέσα του τὸ φόβο τοῦ Θεοῦ εἶναι ἕνας ἄνθρωπος εὐάλωτος στὶς ἐπιθέσεις τοῦ Διαβόλου. 
Αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν ψυχή του, δὲν προσέχει, ἀδιαφορεῖ, κοιμᾶται
 ἀφρόντιστα, παραμελεῖ τὶς ἐργασίες του, γίνεται δοχεῖον ἡδονῶν, κάθε τι εὐχάριστο τὸ ἀπολαμβάνει
 ἐντός του, διότι δὲν φοβᾶται τὴν παρουσία τοῦ Κυρίου. Καυχιέται γιὰ τὰ πάθη, χαίρεται γιὰ τὴν 
ἀργόσχολη ζωή, ἀποφεύγει τὴν κακοπάθεια, ἀποστρέφεται τὴν ταπείνωση, δέχεται μὲ χαρὰ τὴν
 ὑπερηφάνεια».

Ὁ ἀββὰς Δωρόθεος γιὰ τὸν θεῖον φόβον μᾶς διδάσκει «Ἂν οἱ ἅγιοι πού τόσο ἀγαποῦν τὸν Κύριο
 τὸν φοβοῦνται πῶς λέει “ Ἡ ἀγάπη φυγαδεύει τὸν φόβο”;». Θέλει νὰ μᾶς δείξει ὁ ἅγιος ὅτι εἶναι δύο 
εἴδη φόβων, ἕνας ἀρχικὸς καὶ ἕνας τέλειος. Καὶ ὅτι ὁ μὲν ἕνας εἶναι χαρακτηριστικὸ τῶν ἀρχαρίων στὴν
 πνευματικὴ ζωή, ὁ δὲ ἄλλος αὐτῶν ποὺ ἔφτασαν στὸ μέτρο τῆς ἁγίας ἀγάπης. Ὁ ἀρχάριος κάνει τὸ 
θέλημα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ φόβο τῆς τιμωρίας, ὁ ἄλλος κάνει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἐπειδὴ ἀγαπάει τὸν Θεό, 
ἐπειδὴ χαίρεται ἰδιαίτερα μὲ τὸ νὰ εἶναι ἡ ζωὴ του εὐάρεστη στὸ Θεό. Αὐτὸς ἐπειδὴ γεύτηκε τὴν γλυκύτητα 
ποὺ δοκιμάζει ὅποιος εἶναι ἑνωμένος μὲ τὸ Θεὸ φοβᾶται μήπως τὴν στερηθεῖ. Εἶναι ὅμως ἀδύνατον νὰ 
φτάσει κανεὶς στὸ τέλειο φόβο, παρὰ μόνο μὲ τὸν ἀρχικό».


Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς μᾶς λέει γιὰ τὸν ἁγνὸ φόβο «Ἐκεῖνος ὁ φόβος ποὺ πάντοτε ὑπάρχει
 χωρὶς τὴν λύπη γιὰ ἁμαρτήματα, αὐτὸς εἶναι ὁ ἁγνὸς φόβος, ὁ ὁποῖος δὲν θὰ λείψει ποτέ. Γιατί εἶναι 
φυτεμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ στὴν κτίση καὶ κάνει ὁλοφάνερη σὲ ὅλους τὴν φυσικὴ σεβασμιότητα τοῦ Θεοῦ
 καὶ τὴν ὑπεροχή Του, ποὺ εἶναι πάνω ἀπὸ κάθε βασιλεία καὶ δύναμη».

Ὁ γέροντας Παΐσιος σὲ ἐρώτημα πῶς θὰ αὐξηθῆ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ ἀπαντάει «Ἐγρήγορση χρειάζεται. 
Σὲ κάθε ἐνέργειά σου, ἀκόμη καὶ στὴν παραμικρή σου κίνηση, κέντρο νὰ εἶναι ὁ Θεός. Στρέψε ὅλον τὸν 
ἑαυτό σου πρὸς τὸν Θεό. Ἂν ἀγαπήσης τὸν Θεό, ὁ νοῦς σου θὰ εἶναι συνέχεια στὸ πῶς νὰ εὐχαριστήσης
τὸν Θεό, στὸ πῶς νὰ ἀρέσης στὸν Θεό, καὶ ὄχι στὸ πῶς νὰ ἀρέσης στοὺς ἀνθρώπους. Αὐτὸ πολὺ θὰ σὲ 
βοηθήση νὰ ἐλευθερωθῆς ἀπὸ τὶς βαρειὲς ἁλυσίδες τῆς ἀνθρωπαρέσκειας, πού σοῦ εἶναι ἐμπόδιο γιὰ τὴν
 ἀνώτερη ζωή».

Ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς ἑρμηνεύοντας τὸ «Μετὰ φόβου καὶ τρόμου τὴν ἑαυτῶν σωτηρίαν 
κατεργάζεσθε» σημειώνει «Στὴν πραγματικότητα, οὔτε οἱ κοσμικὲς ἐργασίες, τὰ βιοποριστικά, δὲν
 μποροῦν νὰ ἐκτελοῦνται χωρὶς φόβο πόσο μᾶλλον τὰ πνευματικά. Πές μου, ποιὸς ἔμαθε γράμματα 
χωρὶς φόβο; Ποιὸς ἔγινε καλός τεχνίτης χωρὶς φόβο; Κι ἐφόσον ἐκεῖ ὅπου δὲν παραμονεύει ὁ διάβολος,
 ἀλλὰ μᾶς ἐμποδίζει μόνο ἡ τεμπελιά, χρειάζεται τέτοιος φόβος μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ παραμερίσουμε 
τὴν ἀνευθυνότητά μας, τότε πῶς μποροῦμε χωρὶς φόβο νὰ οἰκοδομήσουμε τὴν σωτηρία μας μὲ τέτοιο 
πόλεμο, μὲ τόσα ἐμπόδια; Καὶ μὲ ποιὸ τρόπο μπορεῖ νὰ γεννηθεῖ μέσα μας τέτοιος φόβος; Ἐὰν ἔχουμε 
στὸ νοῦ μας ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι πανταχοῦ παρὼν καὶ στὴν καρδιά μας καὶ στὸ βάθος τῆς ψυχῆς μας».

Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος σὲ λόγο του γιὰ τὴν ἁγία Ἄννα μᾶς λέει «Καὶ ὅπως ὅταν οἱ ἄνεμοι, ποὺ 
φυσοῦν ὁ ἕνας ἀντίθετα πρὸς τὸν ἄλλο, ἔχοντας στὴ μέση τῆς μεταξύ τους μάχης τὸ σκάφος, σηκώνουν
 πολλὰ κύ-ματα καὶ στὴν πρύμνη καὶ στὴν πρώρα, ὁ κυβερνήτης καθισμένος στὸ τιμόνι σώζει τὸ σκάφος,
 ἀποκρούοντας τὶς ἐπιθέσεις τῶν κυμάτων μὲ τὴν σοφία τῆς ἐπιστήμης, ἔτσι καὶ ἡ γυναίκα ἐκείνη τότε, 
ὅταν ἐπέπεσαν στὴν ψυχή της, σὰν ἀντίθετοι ἄνεμοι, ὁ θυμὸς καὶ ἡ θλίψη, σταματοῦσαν τὸ λογικό της 
καὶ σήκωναν πολλὰ κύματα, ὄχι μόνο δύο καὶ τρεῖς καὶ εἴκοσι μέρες, ἀλλὰ ὁλόκληρα χρόνια, ὑπέμενε τὴν 
δοκιμασία γενναῖα καὶ δὲν ἄφησε νὰ καταποντισθεῖ ὁ λογισμός της. Γιατί ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, καθισμένος
 σὰν κυβερνήτης στὸ τιμόνι, τὴν ἔπεισε νὰ ὑπομείνει γενναῖα τὴν θαλασ- σοταραχὴ ἐκείνη».

Ὑποσημειώσεις:

-1. Ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου τόμ. Α΄ σελ. 39
-2. Ἀββᾶ Δωροθέου Ἀσκητικὰ σελ. 143
-3. Φιλοκαλία τόμ. Β΄ σελ. 161
-4.Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου Λόγοι τόμ. Ε΄ σελ.75
-5.π. Ἰουστίνου Πόποβιτς Ἑρμηνεία τῆς πρὸς Φιλιππησίους Ἐπιστολῆς Ἐκδ. Ἐν Πλῷ σελ. 103
-6. Ἰ.Χρυσοστόμου Ε.Π.Ε. 8 Α΄ σελ. 43

Ορθόδοξος Τύπος,22/02/2013

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2014

Γέρων Παΐσιος - Η βοήθεια των Αγίων

- Γέροντα, πώς αισθάνεται ο Άγιος Αρσένιος τώρα που απέκτησε ναό;
- Χαρά αισθάνεται, γιατί απέκτησε μαντρί και έβαλε μέσα τα πρόβατά του, για να τα προστατεύη.
- Ο κόσμος, Γέροντα, ύστερα από την αναγνώριση ενός Αγίου βοηθιέται περισσότερο;
- Φυσικά βοηθιέται. Οι Άγιοι, όταν αναγνωρίζωνται από την Εκκλησία, αισθάνονται υποχρέωση να μας
 βοηθούν? αναγκάζονται κατά κάποιον τρόπο να βοηθούν περισσότερο, αλλά και ο Θεός τους στέλνει να 
βοηθούν τον κόσμο.
- Μπορεί, Γέροντα, ένας Άγιος να ζητήση από τον Θεό να τιμούν οι άνθρωποι την μνήμη του;- Όχι, 
οι Άγιοι δεν ζητούν τέτοια πράγματα. Δεν λένε στον Θεό: «Θεέ μου, να τιμούν οι πιστοί την μνήμη μου, 
για να τους βοηθάς», ή «όσους τιμούν την μνήμη μου, αυτούς μόνο να βοηθάς», αλλά λένε: «Θεέ μου, 
επειδή τιμούν την μνήμη μου, αντάμειψέ τους».
- Γέροντα, στον Ευαγγελιστή Ιωάννη νιώθω περισσότερη ευλάβεια παρά στην Αγία μου.
- Η Αγία σου πάντως δεν ζηλεύει, γιατί αγαπάς και ευλαβείσαι περισσότερο τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο? 
όχι μόνον επειδή πρέπει να τον ευλαβήσαι ως Προστάτη του Ησυχαστηρίου, αλλά και Προστάτης σας να μην 
ήταν , η Αγία σου, όπως και όλοι οι Άγιοι, χαίρονται, όταν είμαστε συνδεδεμένοι με οποιοδήποτε Άγιο,
 για να βοηθιώμαστε.

Οι Άγιοι είναι άγιοι και δεν έχουν ανθρώπινα πάθη, ανθρώπινες μικρότητες. Ο καθένας μας όπως νιώθει, 
έτσι και βοηθιέται. Μπορεί κάποιος να ζητάη κάτι από έναν μεγάλο Άγιο και να βοηθιέται, μπορεί κάποιος 
να ζητάη κάτι άλλο από έναν μικρό Άγιο και πάλι να βοηθιέται , γιατί η δύναμη του Θεού είναι που ενεργεί.
- Γέροντα, όταν κάποιος έχη ευλάβεια σε έναν Άγιο, τι έχει συμβή;
- Για να έχη ιδιαίτερη ευλάβεια σε κάποιον Άγιο, πρέπει ο Άγιος να του έχη μιλήσει μέσα του με τον έναν ή
 τον άλλο τρόπο. Καθένας από κάποιο γεγονός που του έχει συμβή με την βοήθεια ενός Αγίου, έχει και μια 
ιδιαίτερη αγάπη στον Άγιο αυτόν. Μπορεί να είναι σοβαρό αυτό το γεγονός, μπορεί να είναι και απλό. 
Να, εγώ επειδή από μικρός πήγαινα στο Εκκλησάκι της Αγίας Βαρβάρας, εκεί στην Κόνιτσα, έχω 
σε μεγάλη ευλάβεια την Αγία Βαρβάρα.
Η Αγία με βοήθησε και στον στρατό, όταν με πήραν στους ασυρματιστές, ενώ ήμουν αγράμματος? με βοήθησε 
ύστερα και στο Σανατόριο μετά την εγχείριση στους πνεύμονες. Τότε οι γιατροί μου είχαν πει ότι, μόλις θα 
καθάριζε οι πνεύμονας, θα αφαιρούσαν τα λάστιχα και το μηχάνημα. Και ενώ θα τα έβγαζαν σε πέντε μέρες ,
 είχαν περάσει είκοσι πέντε μέρες και δεν τα είχαν αφαιρέσει, και υπέφερα πολύ. Το Σάββατο 3 
Δεκεμβρίου περίμενα τους γιατρούς , για να με ελευθερώσουν από το μαρτύριο αυτό, αλλά 
δυστυχώς δεν φάνηκαν.
Την Κυριακή το πρωί, που ήταν η μνήμη της Αγίας Βαρβάρας, λέω: «Αν ήταν να βοηθήση η Αγία, έπρεπε 
να είχε βοηθήσει. Οι γιατροί έφυγαν. Σήμερα, Κυριακή, αποκλείεται να έρθουν. Τώρα ποιος θα μου 
βγάλη τα λάστιχα;». Είπα και κανα-δυό λόγια με παράπονο: «Εγώ άναβα τα καντήλια τόσες φορές στο 
Εκκλησάκι τα καντήλια της Αγίας, τί καντηλήθρες, τί λάδια πήγαινα, ,το καθάριζα, το βόλευα. Δυό λάστιχα 
να μη μου βγάλουν;». Μετά όμως σκέφθηκα: «Φαίνεται, θα λύπησα την Αγία Βαρβάρα, και γι’ αυτό δεν 
φρόντισε να μου τα βγάλουν». Ξαφνικά ακούω θόρυβο. «Τι γίνεται; λέω, κάποιος έπαθε κάτι;». 
«Έρχονται οι γιατροί», μου λένε. Δεν ξέρω τι τον έπιασε τον διευθυντή και είπε στους γιατρούς πρωί-πρωί: 
«Να πάτε να βγάλετε τα λάστιχα του καλόγερου!». Μπαίνουν στον θάλαμο και μου λένε: «Έχουμε εντολή να 
βγάλουμε τα λάστιχα». Της … κακοφάνηκε της Αγίας Βαρβάρας, γιατί είπα κανα-δυό λόγια με παράπονο! 
Πρέπει να γκρινιάξης λίγο! Αλλά καλύτερα είναι να μην γκρινιάζης ?έχει αρχοντιά, άμα δεν γκρινιάζης.
Βλέπεις, ένας Άγιος άλλοτε δίνει αμέσως ό,τι του ζητάμε και άλλοτε το δίνει αργότερα. Άλλοτε 
ακούει τον προσευχόμενο, γιατί βρίσκεται σε καλή πνευματική κατάσταση, και άλλοτε, γιατί κλαίει και 
γκρινιάζει σαν μικρό παιδί.
- Γέροντα, μπορεί ένας Άγιος να με αποστραφή λόγω της άσχημης πνευματικής μου καταστάσεως;
- Όχι, ευτυχώς οι Άγιοι δεν το κάνουν αυτό. Αλλοίμονό μας , αν το έκαναν. Αν δεν μας βοηθούσαν , 
θα ήμασταν χαμένοι. Σκεφθήτε? εκείνοι είναι επάνω στον Ουρανό και αγάλλονται, κι εμείς είμαστε 
εδώ κάτω και ταλαιπωρούμαστε . Έτσι, όταν ζητάμε κάτι, είναι λίγο… άδικο να μη μας ακούν!
- Αν, Γέροντα, κάνουμε προσευχή και ζητήσουμε την βοήθεια των Αγγέλων και όλων των Αγίων, 
όλοι μαζί πρεσβεύουν στον Θεό για μας; Ενώνονται οι προσευχές τους;
- Καθένας βοηθάει, αν χρειάζεται να βοηθήση, αν μας ωφελή δηλαδή.
- Γέροντα, όταν βοηθιέμαι από έναν Άγιο , να το λέω στις αδελφές;
- Όχι, μόνο στην Γερόντισσα να το λες και να νιώθης πολλή ευγνωμοσύνη. Δεν έχει δικαίωμα ένας Άγιος 
να σου προσφέρη κάτι; Πως σας οικονομούν οι Άγιοι! Από πόσα βραχυκυκλώματα σας γλυτώνουν!
- Τι είδατε , Γέροντα, και το λέτε αυτό;
- Θα μπορούσα να σας πω πολλά, αλλά είναι πολλά! Ένα μόνο σας λέω, ότι οι Άγιοι έχουν βαλθή 
να μας παλαβώσουν!

Από το βιβλίο: « ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ ζ΄
agioritikovima.gr 
http://tokandylaki.blogspot.ca/2014/10/blog-post_3.html
http://paterikos.blogspot.gr/

Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2014

Η ΣΚΕΨΗ ΜΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΑΠΛΗ


Γέροντας Σωφρόνιος

Αν ο Χριστός δεν είναι Θεός, τότε εμείς μένουμε στο σκοτάδι και είναι αδύνατο να 
δικαιώσουμε τον Θεό βλέποντας τα ατελείωτα παθήματα του κόσμου. Αν όμως πραγματικά
 ο Χριστός είναι Θεός, όπως εμείς αδίστακτα πιστεύουμε, τότε κανένας δεν μπορεί να μεμφθεί τον 
Θεό για τα κακά που διαδραματίζονται στον κόσμο. Χάρη στην εμφάνιση του Χριστού γνωρίζουμε 
τώρα ποιός είναι ο Θεός. Τον αγαπούμε και δεν επιρρίπτουμε σε Αυτόν καμία μομφή. Ο Χριστός 
μας φανέρωσε τον Θεό, ο οποίος είναι Φως «και σκοτία εν Αυτώ ουκ έστιν ουδεμία». 
Ομολογούμε ταυτόχρονα τον Χριστό ως αυθεντικό άνθρωπο.

Ο Πατέρας, βλέποντας έναν τέτοιο άνθρωπο, του έδωσε θέση στην αιωνιότητα, στα δεξιά Του. 
Τον απέδειξε τελείως ίσο με τον Εαυτό Του. Αν αυτός είναι ο άνθρωπος, τότε πια δεν χρειάζεται 
να μεταμεληθεί ο Θεός Πατέρας διότι δημιούργησε τον άνθρωπο, όπως έχει λε­χθεί στη Γραφή: 
«Μετεμελήθην ότι εποίησα αυτούς (δηλαδή τους ανθρώπους)». Ίσως ιδιαίτερα στις 
ημέρες μας η κακία των ανθρώπων είναι σαφώς αισθητή, διότι το κακό εμφανίζεται οργανωμένο
 περισσότερο από κάθε άλλη φορά.

Είμαι πλέον γέρος αλλά ήδη από τα πρώτα παιδικά μου χρόνια δέχθηκα τις εντυπώσεις της ειρήνης
 και του φωτός. Από την αρχή του ρωσοϊαπωνικού πολέμου(1904­1905) ως τις ημέρες μας 
βλέπω όλη την ανθρωπότητα βυθισμένη σε αδελφοκτόνους πολέμους, και ακόμη δεν υπάρχει 
φως στον ορίζοντα. Αντιθέτως μάλιστα, κάλυψαν τον ουρανό πρωτοφανή μαύρα σύννεφα, έτοιμα 
να προκαλέσουν αποκαλυπτική καταιγίδα… Και εγώ, βλέποντας τήν θηριώδη αυτή κατάσταση 
από τα νεανικά μου χρόνια, ήμουν έτοιμος να βγω στους δρόμους και τις πλατείες με αναμμένο 
φανάρι, όπως ο Διογένης, για να αναζητήσω άνθρωπο… Βλέποντας όμως τον Χριστό, χάρηκα
 για το θαυμάσιο αυτό εύρημα και ποτέ πια δεν μπορώ να ξεχάσω το γεγονός αυτό της 
ιστορίας του κόσμου μας. Στην πραγματικότητα μόνο Αυτός, ο Χριστός, είναι και τέλειος Άνθρωπος. 
Εμείς όμως όλοι διερχόμαστε την περίοδο της επίγειας περιπλανήσεώς μας με την έφεση να 
ομοιωθούμε προς Αυτόν.

Ο άνθρωπος αρχίζει πραγματικά να υπάρχει από τη στιγμή που συνειδητοποιεί τον εαυτό του 
ως υιό του αιωνίου Πατρός και προφέρει την προσευχή «Πάτερ ημών» με τη συνείδηση αυτή. 
Εμείς όμως δεν έχουμε αισθανθεί ακόμη πλήρως την αξία αυτή του ανθρώπου, και γι’ αυτό 
παρακάμπτουμε τον δρόμο της διαμορφώσεως μας, της αυξήσεως μας εν Πνεύματι Αγίω. 
Χωρίς τον Χριστό είναι αδύνατο να δικαιώσουμε την ανθρωπότητα… Και με τον τρόπο αυτό 
ο Χριστός, ταυτόχρονα Θεός και Άνθρωπος, δικαιώνει τον Θεό μπροστά στον κόσμο, 
φανερώνοντας στον κόσμο την άπειρη αγάπη του Πατέρα, ενώ δικαιώνει και τον 
άνθρωπο μπροστά στον Θεό, δείχνοντας στον Θεό Πατέρα τη γνήσια μορφή του ανθρώπου.

Η δικαίωση όμως αυτή δεν είναι “νομική”, όπως πολλοί χριστιανοί τείνουν να νομίζουν, αλλά 
εντελώς άλλης τάξεως. Μετά από τόσα πολλά χρόνια αδιάκοπης σχεδόν αλληλοεξοντώσεως 
των ανθρώπων επάνω στη γη, για την οποία δικαιολογούνται όλοι αδιάκοπα μπροστά στον
 ίδιο τον εαυτό τους, είναι αδύνατο να περιμένουμε ότι αυτοί θα τολμήσουν να ατενίσουν το 
ύψος του Ουρανού και να ονομάσουν τον Θεό Πατέρα τους. Στις ημέρες μας η “αποκτήνωση” 
του κόσμου έλαβε φοβερές διαστάσεις.

Η έκπτωση από την αυθεντική χριστιανική πίστη έχει γίνει καθολικό φαινόμενο. 
Η λέξη που χαρακτηρίζει τον αιώνα μας είναι η «αποστασία». Φοβάμαι λοιπόν ότι μόνο
η αύξηση των συμφορών μπορεί τώρα να οδηγήσει τους ανθρώπους στα παθήματα εκείνα που
 θα φανούν πραγματικά κρίσιμα, και τα οποία θα διεγείρουν σ’ αυτούς πάλι την ικανότητα 
να αντιληφθούν την πρωταρχική τους φύση κατ’ εικόνα Θεού. Τότε θα βασιλεύσει η ειρήνη 
στη γη. Όσο όμως οι άνθρωποι παραμένουν όμοιοι με τα άγρια θηρία, δεν πρέπει να αναμένουμε
 ειρήνη επάνω στη γη. Είναι μάταιες όλες οι προσπάθειες με τις οδούς της διπλωματίας και 
με άλλα παρόμοια μέσα για την αποτροπή της συμφοράς του πολέμου. Είναι 
πρωτίστως απαραίτητη η πνευματική αναγέννηση του ανθρώπου, απαραίτητη η “ανθρωποποίηση”
 του θηριώδους αυτού κόσμου.

Καταλαβαίνεις ότι τα γραφόμενά μου είναι μόνο μικροί υπαινιγμοί, σύντομα αποσπάσματα 
από την εικόνα που παρουσιάζεται στον νου μου, ιδιαίτερα κατά τις ώρες της Λειτουργίας, της 
αιώνιας αυτής θυσίας για τις αμαρτίες όλου του κόσμου. Βέβαια θα ήθελα να συνομιλώ μαζί 
σου επί ώρες για τα ζωτικά αυτά θέματα, άλλα να που δεν μας δόθηκε αυτό στις ημέρες μας.

(Αρχιμ. Σωφρονίου, «Γράμματα στη Ρωσία», εκδ. Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ, σ.133-136)

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

Πώς καθαρίζεται η καρδιά;


Για να καθαρίσουμε την καρδιά μας πρέπει να καταβάλουμε μεγάλες προσπάθειες, να κάνουμε γενναίους αγώνες. Έχουμε ανάγκη από συχνά δάκρυα, αδιάλειπτη καρδιακή προσευχή κι εγκράτεια. Πρέπει να μελετάμε το λόγο του Θεού, όπως επίσης τα κείμενα και τους βίους των αγίων. Πάνω απ’ όλα όμως έχουμε ανάγκη από διαρκή μετάνοια, συχνή θεία κοινωνία και καθημερινό αυτοέλεγχο. Πρέπει ν’ αναλογιστούμε πόσο αγνοί πλάστηκαν οι πρωτόπλαστοι και πως η πονηριά της αμαρτίας μπήκε στον κόσμο. Να στοχαστούμε μέσα μας το κατ’ εικόνα και καθ’ όμοίωσιν και την υποχρέωση που έχουμε να μοιάσουμε στο πρωτότυπό μας, στον πάναγνο Θεό. Να συλλογιστούμε τη λύτρωση που δεχτήκαμε από το ανεκτίμητο αίμα του Υιού του Θεού, τη θεία υιοθεσία μας εν Χριστώ Ιησού, την εντολή που μας δόθηκε να γίνουμε «άγιοι εν πάση αναστροφή» (Α’ Πέτρ. α’ 15). Πρέπει να σκεφτόμαστε το θάνατο, την κρίση, τη φρικτή γέεννα.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΡΟΣΤΑΝΔΗΣ2
Πρέπει επίσης να υπομένουμε πολλές θλίψεις, γιατί αυτές θεραπεύουν τις πληγές της αμαρτίας και κατακαίουν τ’ αγκάθια των παθών. «Διά πολλών θλίψεων δει ημάς εισελθείν εις την βασιλείαν του Θεού» (Πράξ. ιδ’ 22), λέει ο απόστολος Παύλος. Όλοι οι άγιοι πέρασαν από πολλές θλίψεις για ν’ αποκτήσουν καθαρότητα καρδιάς. Χωρίς θλίψεις κανένας τους δε στεφανώθηκε. Μερικοί τράβηξαν πολλά από τους διώχτες τους, άλλοι εξαντλήθηκαν θεληματικά με νηστείες, αγρυπνίες, άσκηση και χαμαικοιτίες. Αγρυπνούσαν στην προσευχή, και με τη γλυκύτητά της απόκρουαν κάθε αμαρτωλή προσβολή.
Συμμετείχαν, τακτικά στο μυστήριο της θείας ευχαριστίας, γιατί η θεία κοινωνία είναι δυνατό όπλο και μέσο για την κάθαρση, τον αγιασμό και την ανακαίνιση ψυχής και σώματος. Μελετούσαν όλο και περισσότερο και πιο βαθιά το λόγο του Θεού κι ο νους τους ήταν αφοσιωμένος στον Κύριο. Και κατά την άσκηση όλων αυτών, από τα μάτια κάποιων από κείνους τους ευλογημένους, όπως ο όσιος Εφραίμ ο Σύρος, έτρεχαν ασταμάτητα δάκρυα. Τα δάκρυα τα έχουμε μεγάλη ανάγκη, γιατί καθαρίζουν την καρδιά μας.
«Δακρύων μοι παράσχου, Χριστέ, ρανίδας, τον ρύπον της καρδίας μου καθαιρούσας», διαβάζουμε στην ακολουθία προ της θείας μεταλήψεως (ωδή γ’). Και στον κανόνα προς τον Άγγελο φύλακα (ωδή η’) διαβάζουμε: «Από βλεφάρων δάκρυα, αστακτί καταρρέοντα, μετά δαψιλούς της προχοής παράσχου μοι, δι’ όλον με πλύνοντα, εκ κορυφής και μέχρι ποδών, ως υπέρ χιόνα, λευκανθέντα χιτώνα, φορέσας μετανοίας, εις νυμφώνα τον θείον, εισέλθω». Και στην έκτη ωδή του ιδίου κανόνα: «Λιβάδας δακρυομβρύτους ομβρίζειν, τον στεγάζοντα εν ύδασι λόγω, τα εαυτού υψηλά υπερώα, χάριν μοι δούναι δυσώπει προστάτα μου· ως αν δι’ εκείνων καθαρθή η καρδία μου και καθορά τον Θεόν».
Εκείνοι που κλαίνε για τις αμαρτίες τους ξέρουν πως τα δάκρυα μας βοηθάνε ν’ αποκτήσουμε την καθαρότητα, την ειρήνη και τη μακαριότητα της καρδιάς μας. Γιατί όπως βγαίνουν τα δάκρυα από τα μάτια μας, μαζί τους φεύγουν κι οι αμαρτίες από την ψυχή μας. Μετά τα δάκρυα η συνείδησή μας ηρεμεί, γαληνεύει και μέσα μας νιώθουμε ένα είδος πνευματικής γλυκύτητας, μια «οσμή ευωδίας πνευματικής». Τότε τα πνευματικά μάτια μας βλέπουν μέσα μας το Θεό να καθαρίζει όλες τις ανομίες μας και να μας χαρίζει το ανέκφραστο έλεός Του. Τότε μόνο μπορούμε να καταλάβουμε εμπειρικά πόσο μακάριοι κι ευτυχισμένοι, ειρηνικοί και χαρούμενοι είναι εκείνοι που έχουν καθαρή και άδολη καρδιά. Η συνείδηση δεν τους βασανίζει. Οι αμαρτίες τους συχωρέθηκαν από το άπειρο έλεος του Θεού και δεν τους ελέγχουν πια. Έχουν την αίσθηση πως αναπαύονται κοντά στο Θεό, την πηγή της μακαριότητας, κι ο Θεός αναπαύεται σ’ αυτούς. Μακάριοι οι καθαροί τη  καρδία.
Η καθαρή καρδιά είναι πλούσια πηγή ειρήνης και μόνιμης χαράς. Ό,τι καλό και να δουν εκείνοι που έχουν καθαρή κι αγνή καρδιά χαίρονται μέσα τους. Γιατί σε κάθε πλάσμα βλέπουν τη σφραγίδα της αγαθότητας του Θεού, της σοφίας και της παντοδυναμίας Του. Αλλά νιώθουν ευτυχισμένοι και με τον εαυτό τους. Η καρδιακή καθαρότητά τους και το έλεος του Θεού τους κάνει χαρούμενους, όπως χαρούμενους τους κάνουν και τα μέλλοντα αγαθά «α οφθαλμός ουκ είδεν και ους ουκ ήκουσεν», αλλά την ύπαρξή τους τη νιώθουν με βεβαιότητα στην καρδιά τους.
Από την άλλη μεριά τώρα, πόσο αξιολύπητοι είναι οι άνθρωποι που έχουν καρδιά μολυσμένη και δόλια! Η καρδιά τους είναι πηγή μόνιμης θλίψης. Φόβος και τρόμος τους διακατέχει, μ’ όλο που κρατούν τα προσχήματα και δείχνουν χαρούμενοι. Και γιατί αυτό; Επειδή οι αμαρτίες και τα πάθη απομυζούν σαν σκουλήκια την καρδιά τους και την στεγνώνουν. Η συνείδηση τους διαμαρτύρεται, δεν τους αφήνει σε ησυχία. Η κρίση του Θεού τους τρομοκρατεί. Μακάριοι, οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται. Μακάριοι και τρισευτυχισμένοι είναι εκείνοι που έχουν καθαρή κι άδολη καρδιά, γιατί αυτοί θα δουν πρόσωπο με πρόσωπο το Θεό στη μέλλουσα ζωή. Είναι φυσικό οι καθαροί να βλέπουν τον Καθαρό, όπως είναι χαρακτηριστικό στο καθαρό και υγιές μάτι να βλέπει το φως.
        Αν εγκαταλείψαμε όλα τα εγκόσμια και νιώθουμε πως είμαστε μακάριοι κι ευτυχισμένοι απ’ αυτήν τη ζωή ακόμα, παραδινόμαστε με αφοσίωση στην προσευχή. Και τότε μιλάμε μαζί Του όπως τα παιδιά στον πατέρα τους, μ’ όλο που δεν Τον βλέπουμε με τα μάτια μας αλλά «δι’ εσόπτρου, εν αινίγματι» (Α’ Κορ. ιγ’ 12). Φτάνει βέβαια σ’ αυτή τη ζωή να έχουμε πολύ έντονη την αίσθηση της παρουσίας Του. Κι αν εμείς αξιωνόμαστε να έχουμε τέτοιες ευλογίες, τι να πούμε για τους οσίους και τους δίκαιους και τους «καθαρούς τη καρδία», τι θα νιώσουν εκείνοι όταν δουν το Θεό στη μέλλουσα ζωή πρόσωπο με πρόσωπο, Εκείνον που είναι πηγή του αιωνίου φωτός και της μακαριότητας;
Τι να πούμε για τις τάξεις των αγγέλων, για τους προπάτορες, τους προφήτες, τους αποστόλους. Ιεράρχες, και μάρτυρες, τους μοναστές κι όλους τους αγίους, με τους οποίους ζει κι ευφραίνεται κάθε πλάσμα στον ουρανό και τη γη; Μάλιστα! Αυτή θα είναι πραγματική ευτυχία και μακαριότητα, άπειρη ηδονή, εκεί, «όπου ήχος καθαρός, εορταζόντων», εκεί που υπάρχει η ανεκλάλητη χαρά εκείνων που θεωρούν το ανέκφραστο κάλλος της μορφής Του.
      Ας φροντίσουμε όλοι λοιπόν ν’ αποκτήσουμε καθαρή κι αγνή καρδιά με δάκρυα μετανοίας, με αγρυπνίες και προσευχές, με εγκράτεια και συχνή μελέτη του λόγου του Θεού. Ας βιαστούμε να ξεριζώσουμε και ν’ αποβάλουμε από την καρδιά μας την τύφλωση των παθών, για να μπορέσουμε να δούμε το Χριστό, το Θεό μας, το Σωτήρα των   ψυχών μας.
       «Χριστέ, το φως το άληθινόν, το φωτίζον και αγιάζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον, σημειωθήτω εφ’ ημάς το φως του προσώπου σου, Ίνα εν αύτω οψόμεθα φως το απρόσιτον και κατεύθυνον τα διαβήματα ημών προς έργασίαν των εντολών σου- πρεσβείαις της πανάχραντου σου μητρός και πάντων σου των αγίων. Αμήν».


(Αγ. Ιωάννου Κρονστάνδης, «Οι Μακαρισμοί – δέκα ερμηνευτικές ομιλίες», Αθήνα 2005)

Πηγή: http://www.pemptousia.gr/